- πορτολάνο
- Τύπος ναυτικού χάρτη, που χρησιμοποιήθηκε από τον 13o μέχρι τον 16o αι. για την εμπορική ναυσιπλοΐα στη Μεσόγειο. Στους χάρτες αυτούς, η ακτογραμμή σημειωνόταν λεπτομερειακά, όπως και πολλά γεωγραφικά χαρακτηριστικά, ενώ οι εσωτερικές περιοχές συνήθως απόμεναν λευκές. Για τον καθορισμό της πορείας του πλοίου, σε μια σειρά σημείων του χάρτη σχεδιάζονταν άξονες συντεταγμένων, που έδειχναν τα σημεία του ορίζοντα και τις κατευθύνσεις του πλου, ενώ για πρώτη φορά εμφανίζονταν, επίσης, γραμμικές κλίμακες. Στα τέλη του 15ου αι. οι χάρτες τύπου π. αντικαταστάθηκαν από χάρτες με δίκτυο μεσημβρινών και παράλληλων.
Dictionary of Greek. 2013.